Ο Αβραάμ είχε φτάσει σε βαθιά γεράματα και ο Κύριος τον είχε ευλογήσει σε όλα.....Όταν ο Ισαάκ μεγάλωσε , ο Αβραάμ φρόντισε να βρεθεί γι αυτόν η κατάλληλη γυναίκα
Η Ρεβέκκα όμως ήταν στείρα και ο Ισαάκ προσευχήθηκε στον Κύριο γι΄αυτό.Ο Κύριος άκουσε την προσευχή του και η Ρεββέκα έμεινε έγκυος με δίδυμα στην κοιλιά της τον Ισαύ και τον Ιακώβ.....
Πρωτότοκος ονομαζόταν το αγόρι που γεννιόταν πρώτο.Σύμφωνα με το δίκαιο της Παλαιάς Διαθήκης ο πρωτότοκος θεωρείτο ο επόμενος αρχηγός της οικογένειας και κληρονομούσε το διπλάσιο από τα άλλα αρσενικά παιδιά της οικογένειας.
Ακόμη κι όταν η απάτη φανερώθηκε ο Ισαάκ δεν πήρε πίσω την ευλογία του. Έτσι ο Ησαύ μίσησε τον Ιακώβ και σκεφτόταν να τον σκοτώσει.Όταν η Ρεββέκα άκουσε τα λόγια του Ησαύ κάλεσε τον Ιακώβ και του είπε : "Ο αδερφός σου ο Ησαύ θέλει να σε σκοτώσει.....Σήκω και φύγε.Πήγαινε στον αδερφό μου τον Λάβαν στην Χαρράν και μείνε εκεί......μέχρι να περάσει ο θυμός του αδερφού σου"
Ο Ιακώβ έτρεξε μακριά.
Έτρεξε....κι έτρεξε.....Είχε κοροϊδέψει τον αδερφό του τον Ησαύ
και τώρα εκείνος ήθελε να τον σκοτώσει.
Κι έτσι, ο Ιακώβ το είχε βάλει στα πόδια.
Ο Θεός παρακολουθούσε.
Και παρακολουθούσε.... και παρακολουθούσε....
Κι έβλεπε τον Ιακώβ να τρέχει. Κι όταν ο Ιακώβ είχε πια κουραστεί και δεν μπορούσε άλλο να τρέξει, όταν έπεσε αποκαμωμένος στη γη της ερήμου με μια πέτρα για μαξιλάρι, κι όταν ήταν πια έτοιμος να ακούσει, ο Θεός μίλησε.
Ήρθε στο όνειρο του Ιακώβ : ήταν μια σκάλα που έφτανε ως τον ουρανό κι άγγελοι ανεβοκατέβαιναν. Και στην κορυφή της σκάλας καθόταν ο Θεός
"Ιακώβ" είπε "είμαι ο Θεός του πατέρα σου του Ισαάκ και του παππού σου του Αβραάμ. Κι ήρθα εδώ να δώσω την ίδια υπόσχεση σε σένα , όπως και σ΄εκείνους. Η γη αυτή θα ΄ναι δική σου. Κι η οικογένειά σου θα ΄ναι η πιο σπουδαία. Μια μέρα, μέσα από αυτή την οικογένεια, θα κάνω κάτι υπέροχο για όλο τον κόσμο! Τώρα να φύγεις και να μη φοβάσαι. Κι Εγώ θα είμαι εδώ για να σε προστατεύω"
Ξύπνησε έκπληκτος ο Ιακώβ. Ευχαρίστησε το Θεό κι άφησε πίσω του μια πέτρα , να του θυμίζει πού είχε δει το όνειρο.
Ύστερα έφυγε.
Κι έτρεξε, έτρεξε - μέχρι που έφτασε στο σπίτι του θείου του Λάβαν.
(Μπομπ Χάρτμαν, Κριστίνα Καλλάι Νάγκυ: Ιστορίες από τη Βίβλο)
Ο Ιακώβ ονομάστηκε και Ισραήλ.Το όνομα αυτό θα γίνει αργότερα το εθνικό όνομα όλων των Εβραίων.Στις εβραϊκές λέξεις που συναντούμε την κατάληξη -ηλ ή -ελ σημαίνει ότι περιέχεται η λέξη "Θεός".Θυμηθείτε ότι το όνομα του Θεού στο Ισλάμ ακούγεται παρόμοια: Αλλάχ.
Εκεί, του είχε πει η μητέρα του, θα ήταν ασφαλής. Κι εκεί ήξερε ο Θεός θα έπαιρνε ένα μάθημα πολύ σημαντικό.
Ο Λάβαν είχε δύο κόρες.
Τ΄ονομα της μεγαλύτερης ήταν Λεία...
Τη μικρή τη φώναζαν Ραχήλ.
Η Ραχήλ ήταν όμορφη. Κι όταν ο ιακώβ την είδε, ήξερε ότι ήταν το κορίτσι που του ταίριαζε!
"Υπέροχα!" Είπε ο θείος του ο Λάβαν. "Δούλεψε για εμένα επτά χρόνια, και θα την πάρεις γυναίκα σου".
Έτσι ο ιακών υπηρέτησε το Λάβαν επτά χρόνια .Τόσο πολύ αγαπούσε τη Ραχήλ, που τα επτά χρόνια του φάνηκαν επτά μέρες.
Οι ετοιμασίες του γάμου ήταν θαυμάσιες. Το ωυφικό εξαίσιο.Μα όταν ο Ιακώβ σήκωσε το πέπλο που κάλυπτε το πρόσωπο της νύφης, βρέθηκε να κοιτάει τα κουρασμένα μάτια της Λείας!
"Αχ, ξέχασα να σου το πω" γέλασε πονηρά ο Λάβαν "η Λεία είναι η μεγάλη μου, και το έθιμο ορίζει να παντρευτεί πρώτη. Παντρέψου αν θες και τη Ραχήλ την άλλη εβδομάδα, αλλά θα πρέπει να με υπηρετείς γι΄ακόμη επτά χρόνια".
Ο Ιακώβ χαμήλωσε τα μάτια. Τώρα ο απατεώνας ήξερε πως είναι να σ΄εξεπατούν.
Τι άλλο να έκανε ο Ιακώβ; Περίμενε μια εβδομάδα, παντρεύτηκε τη Ραχήλ και δούλεψε άλλα επτά χρόνια για το Λάβαν.
Έπειτα κίνησε για το πατρικό του.
Δεν ήταν ο ίδιος άνθρωπος που είχε φύγει τρέχοντας, είχε αλλάξει....
Ο Ιακώβ περπάτησε.
Περπάτησε, περπάτησε. Δεν του είχε μείνει παρά μιας μέρας δρόμος, όταν είδε τον Ησαύ, τον αδερφό του, να έρχεται προς το μέρος του.
Είπε στην οικογένειά του να μην τον ακολουθήσουν, και βάδισε μπροστάγια νά αντιμετωπίσει το θυμό του αδερφού του. Τώρα δεν έτρεχε, ήξερε ότι ο Θεός θα τον προστάτευε.
Κι έτσι έκανε ο Θεός- γιατί κι ο Ησαύ είχε αλλάξει.
Σαν είδε τον Ιακώβ, έτρεξε δίπλα του, κι απλώνοντας τα τριχωτά του χέρια, τον αγκάλιασε!
"Συγχώρεσέ με" είπε ο Ιακώβ.
"Σε συγχωρώ" απάντησε ο Ησαύ.
Κι έτσι, οι δυο γιοί του Ισαάκ έγιναν επιτέλους αδέρφια
Μετά τη συμφιλίωση ο Ιακώβ πρόσφερε στον Ησαύ κοπάδια με πολλά ζώα. Έπειτα εγκαταστάθηκε στη Συχέμ.
Ο Ισαάκ πέθανε .....γέροντας και μακροήμερος.
Τον έθαψαν οι γιοί του, ο Ησαύ και ο Ιακώβ.
Στο όνειρο του Ιακώβ η σκάλα ένωνε τον ουρανό μετη γη, το Θεό με τους ανθρώπους. Στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση η Παναγία σχετίζεται με την Κλίμακα του Ιακώβ. Στον Ακάθιστο ύμνο μάλιστα η Θεοτόκος υμνείται ως "κλίμαξ επουράνιος δι΄ης κατέβη ο Θεός"